asimbibastos news
Τελικά τι είναι φασισμός; Δεν με ενδιαφέρει αυτή τη στιγμή να ανοίξω μια θεωρητική συζήτηση για το φαινόμενο. Απλά θέλω να καταλάβω γιατί η ΧΑ είναι μια φασιστική οργάνωση, ενώ τα κυβερνώντα κόμματα και όσοι συνέβαλαν στη σημερινή κατάσταση γενοκτονίας του ελληνικού λαού ανήκουν στο δημοκρατικό λεγόμενο τόξο. Γιατί; Επειδή τα μέλη της ΧΑ φοράνε μαύρες μπλούζες, χαιρετάνε ναζιστικά και φέρουν σήματα που παραπέμπουν ευθέως στα Ες Ες; Ενώ οι κυβερνώντες πολιτικοί φοράνε κουστούμι, γραβάτα και κρύβουν τα εγκλήματά τους πίσω από ένα κοινοβούλιο που οι ίδιοι έχουν μετατρέψει σε τσίρκο.
Ή μήπως επειδή η ΧΑ οργανώνει δολοφονικές συμμορίες για να δέρνει σκουρόχρωμους και αντιφρονούντες με αποκορύφωμα την εν ψυχρώ δολοφονία του Παύλου Φύσσα; Ενώ οι κυβερνώντες δολοφονούν με τακτ και από απόσταση με τις οριζόντιες περικοπές, την δήμευση του λαϊκού εισοδήματος και την οργανωμένη εξόντωση ενός ολόκληρο λαού με τις μαζικές αυτοκτονίες, την ανεργία, την εξαθλίωση, την μετανάστευση, την δολοφονία των μελλοντικών γενιών που δεν πρόκειται ποτέ να γεννηθούν σ’ αυτό τον τόπο. Τελικά, ποιοι έχουν βάψει με περισσότερο αίμα τα χέρια τους; Οι συμμορίτες και οι μπράβοι της ΧΑ, ή οι εντολοδόχοι της τρόικας;
Ή μήπως επειδή η ΧΑ οργανώνει δολοφονικές συμμορίες για να δέρνει σκουρόχρωμους και αντιφρονούντες με αποκορύφωμα την εν ψυχρώ δολοφονία του Παύλου Φύσσα; Ενώ οι κυβερνώντες δολοφονούν με τακτ και από απόσταση με τις οριζόντιες περικοπές, την δήμευση του λαϊκού εισοδήματος και την οργανωμένη εξόντωση ενός ολόκληρο λαού με τις μαζικές αυτοκτονίες, την ανεργία, την εξαθλίωση, την μετανάστευση, την δολοφονία των μελλοντικών γενιών που δεν πρόκειται ποτέ να γεννηθούν σ’ αυτό τον τόπο. Τελικά, ποιοι έχουν βάψει με περισσότερο αίμα τα χέρια τους; Οι συμμορίτες και οι μπράβοι της ΧΑ, ή οι εντολοδόχοι της τρόικας;
Η εγκληματική δράση του καθεστώτος της ευρωαποικίας και των κομμάτων που το στηρίζουν, δεν κάνει λιγότερο εγκληματική την δράση των συμμοριών της ΧΑ. Όπως και το γεγονός ότι αυτός που δολοφονεί μαζικά αθώους με «έξυπνα όπλα» της οικονομίας, ή της πολεμικής βιομηχανίας, δεν είναι διαφορετικός από αυτόν που τραβά μαχαίρι και δολοφονεί εν ψυχρώ. Μάλιστα θα έλεγα ότι ο πρώτος είναι ακόμη πιο επικίνδυνος γιατί συνήθως έχει την νομιμοποίηση της επίσημης κρατικής πολιτικής και τα δεκάδες χιλιάδες θύματά του δεν καταλογίζονται επίσημα ως αποτέλεσμα εγκληματικής δράσης.
Ποιος είναι ο υπεύθυνος;
Δεν πρέπει να χάνουμε το μέτρο και κυρίως το ποιος είναι ο κυρίως υπεύθυνος για την σημερινή κατάντια της χώρας και του λαού της. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η ΧΑ είναι γέννημα θρέμμα των κομμάτων που επί δεκαετίες κυβερνούν τη χώρα και την οδήγησαν σ’ αυτήν την κατάσταση. Από τα σπλάχνα ποιανού κόμματος ξεπήδησε ο Μιχαλολιάκος και η παρέα του; Από τη ΝΔ, η οποία ως κόμμα – όπως έχει ομολογήσει ο ίδιος ο Μιχαλολιάκος – έχει χρηματοδοτήσει παλιότερα πολλές φορές τη ΧΑ. Ποιος έστησε τις γιορτές μίσους στο Γράμμο-Βίτσι και αλλού; Ποιος τις συντηρεί μέχρι σήμερα; Η ΧΑ; Όχι. Στελέχη και παράγοντες της ΝΔ, αλλά και εξαρτώμενοι φορείς από την εκάστοτε κυβέρνηση όπως οι επίσημοι Σύνδεσμοι Αποστράτων. Γι’ όλους αυτούς τσιμουδιά οι κατά άλλα λαλίστατοι κυβερνητικοί υπάλληλοι.
Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ποιος παρείχε ασυλία στην ΧΑ μέχρι πρόσφατα. Τα πρόσωπα της ηγεσίας της είναι γνωστά για τις διασυνδέσεις τους με τον υπόκοσμο και το οργανωμένο έγκλημα. Κανείς όμως δεν τους ενόχλησε ποτέ, παρά το γεγονός ότι εμπλέκονται σε σωρεία εγκληματικών ενεργειών του κοινού ποινικού δικαίου. Κι όχι μόνο αυτό. Οι απανωτές επιδρομές των συμμοριών της ΧΑ με ξυλοδαρμούς, απόπειρες δολοφονίας κοκ, αποτελούσαν ένα αγαπημένο θέμα προβολής από τα καθεστωτικά ΜΜΕ ως «ακραία πολιτική συμπεριφορά» υπό συνθήκες πλήρους ασυλίας από τις αρχές και τους κυβερνώντες.
Η επιστολή Δένδια και τι αποδεικνύει
Απόδειξη; Η επιστολή Δένδια στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. H επιστολή προς την εισαγγελέα συνοδευόταν από τους φακέλους 13 περιστατικών στην Αττική και 19 στην υπόλοιπη Ελλάδα, μετά το επεισόδιο στη λαϊκή αγορά της Ραφήνας, περιστατικά, τα οποία – κατά την άποψη της Αστυνομίας – συνιστούν διαρκή δράση εγκληματικής οργάνωσης. Τι έκανε η Αστυνομία εναντίον αυτής της εγκληματικής οργάνωσης; Απολύτως τίποτε. Κρατούσε τους φακέλους και περίμενε εντολές. Εν αντιθέσει βεβαίως με την κεραυνοβόλα δράση καταστολής εναντίον διαδηλωτών, απεργών και γενικά οιοδήποτε πολίτη θεωρηθεί ως εχθρός του καθεστώτος.
Τι ομολογεί ο κ. Δένδιας ως πολιτικός προϊστάμενος των διωκτικών αρχών; Ότι τουλάχιστον 32 υποθέσεις εγκληματικής δράσης μελών της ΧΑ είχαν μπει στο αρχείο. Και χρειάστηκε η εν ψυχρώ δολοφονία στο Κερατσίνι και κυρίως οι αδίστακτες σκοπιμότητες που κρύβονται πίσω από τις ενέργειες της κυβέρνησης για να ξεθαφτούν.
Τώρα, ο υπουργός ζητάει όλα τα περιστατικά να ενταχθούν στο άρθρο 187 του Ποινικού Κώδικα, περί σύστασης εγκληματικής οργάνωσης, γεγονός που μετατρέπει αυτομάτως τα πλημμελήματα σε κακουργήματα και έτσι αντιμετωπίζονται με πολύ αυστηρότερα κριτήρια.
Είμαστε σοβαροί; Από πού κι ως πού πλημμελήματα οι στοχευόμενοι ομαδικοί ξυλοδαρμοί, οι βιαιοπραγίες και οι απόπειρες δολοφονίας; Ποιος αποφάσισε να τα υποβαθμίσει όλα αυτά σε πλημμελήματα, όταν βοά ο τόπος για το πώς έδρασαν και δρουν οι συμμορίες των μελών της ΧΑ; Προφανώς με πολιτική εντολή άνωθεν. Σε ορισμένες μάλιστα από τις περιπτώσεις αυτές, για τις οποίες έχουν σχηματιστεί δικογραφίες, εμπλέκονται και βουλευτές της Χρυσής Αυγής και η διαδικασία γι' αυτούς θα προχωρήσει όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα.
Μα καλά, χρειαζόταν να το παραγγείλει ο υπουργός; Οι ανακριτές, οι εισαγγελείς, οι δικαστές δεν μπορούν να αντιληφθούν αυτό που αντιλαμβάνεται ακόμη και ο πιο αδαής πολίτης; Ή μήπως για να προχωρήσουν στα αυτονόητα χρειάζονται πολιτική εντολή, ή παρέμβαση υπουργού; Τι υποδηλώνει για την ακεραιότητα και την ανεξαρτησία των ανακριτικών, εισαγγελικών και δικαστικών αρχών η συγκεκριμένη παρέμβαση του υπουργού; Απλά επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά αυτό που ξέρουμε όλοι, το πόσο ελεγχόμενη είναι η δικαιοσύνη από την κυβέρνηση.
Ο κ. Δένδιας τόνισε ότι με τον τρόπο αυτόν, δεν τίθεται εκτός νόμου η Χρυσή Αυγή, γιατί δεν επιτρέπεται από το Σύνταγμα, αλλά πλέον «όλοι θα συρθούν στα δικαστήρια και θα ανακοπεί η δράση του συγκεκριμένου κόμματος». Γιατί δεν έγινε έως τώρα; Ποιος παρείχε ασυλία στους ενόχους; Ποιος διέκοπτε τις ανακρίσεις και συνέτασσε πλημμελείς φακέλους για τις υποθέσεις; Προφανώς ο ίδιος και οι δικοί του στην κυβέρνηση.
Η χρήσιμη εφεδρεία του καθεστώτος
Ήταν και παραμένει χρήσιμη εφεδρεία η ΧΑ. Να δείτε πώς κανείς δεν πρόκειται να την ενοχλήσει. Ιδίως την ηγεσία της. Μόνο κάποια εκτελεστικά όργανα θα την πληρώσουν και η όλη υπόθεση θα κουκουλωθεί. Να δείτε πώς η παρέμβαση Δένδια στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου δεν είναι για να ανοίξουν διάπλατα οι φάκελοι των υποθέσεων, αλλά για να κλείσουν όπως-όπως χωρίς να βγουν στην επιφάνεια οι σχέσεις της ΧΑ με το «βαθύ κράτος» και τον υπόκοσμο που διαχέεται και μέσα στο επίσημο κράτος. Κυρίως στις δυνάμεις καταστολής. Την χρειάζονται ακόμη οι κυβερνώντες όπως χρειάζονται τον στρατό από φουσκωτούς και μπράβους που τους προστατεύουν από τις μαζικές εκδηλώσεις λατρείας του κόσμου.
Αυτό που απασχολεί την κυβέρνηση αυτή την στιγμή είναι να μην ξεφύγει ο έλεγχος της όλης της υπόθεσης και βρεθεί κάποιος έντιμος αστυνομικός, ανακριτής, εισαγγελέας ή δικαστής να ξεσκεπάσει σε βάθος τις υπόγειες διασυνδέσεις της επίσημης πολιτικής με το οργανωμένο έγκλημα, του όποιου έκφραση είναι και η ΧΑ. Τρέμουν μήπως και κάτω από την πίεση του κοινού περί δικαίου αισθήματος βρεθεί κανείς με «υπερβολικό ζήλο» και κάνει ότι ο Σαρτζετάκης στην υπόθεση Λαμπράκη κι έτσι ξεσκεπαστεί το παρακράτος.
Όπως π.χ. έκαναν και κάνουν οι δικαστικές αρχές του Παλέρμο εδώ και χρόνια αποκαλύπτοντας τις σχέσεις της Μαφίας με τα κυβερνώντα πολιτικά κόμματα και φυσικά την φασιστική ακροδεξιά της Ιταλίας. Χάρις σ’ αυτούς τους δικαστές, που ανάμεσά τους μετρούν ήδη θύματα δολοφονιών, πολλοί πρώην ισχυροί άνδρες της πολιτικής και των επιχειρήσεων βρέθηκαν στη φυλακή. Στο προτεκτοράτο που λέγεται Ελλάδα με την ίδια ληστοσυμμορία να κυβερνά εδώ και δεκαετίες δεν επιτρέπονται τέτοιες παρεκτροπές. Ειδικά σήμερα που ολοκληρώνεται ο αφανισμός της χώρας και του λαού. Τέτοια παρατράγουδα βιάζεται να αποτρέψει ο κ. Δένδιας και οι δικοί του.
Απόδειξη; Η επιστολή Δένδια στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. H επιστολή προς την εισαγγελέα συνοδευόταν από τους φακέλους 13 περιστατικών στην Αττική και 19 στην υπόλοιπη Ελλάδα, μετά το επεισόδιο στη λαϊκή αγορά της Ραφήνας, περιστατικά, τα οποία – κατά την άποψη της Αστυνομίας – συνιστούν διαρκή δράση εγκληματικής οργάνωσης. Τι έκανε η Αστυνομία εναντίον αυτής της εγκληματικής οργάνωσης; Απολύτως τίποτε. Κρατούσε τους φακέλους και περίμενε εντολές. Εν αντιθέσει βεβαίως με την κεραυνοβόλα δράση καταστολής εναντίον διαδηλωτών, απεργών και γενικά οιοδήποτε πολίτη θεωρηθεί ως εχθρός του καθεστώτος.
Τι ομολογεί ο κ. Δένδιας ως πολιτικός προϊστάμενος των διωκτικών αρχών; Ότι τουλάχιστον 32 υποθέσεις εγκληματικής δράσης μελών της ΧΑ είχαν μπει στο αρχείο. Και χρειάστηκε η εν ψυχρώ δολοφονία στο Κερατσίνι και κυρίως οι αδίστακτες σκοπιμότητες που κρύβονται πίσω από τις ενέργειες της κυβέρνησης για να ξεθαφτούν.
Τώρα, ο υπουργός ζητάει όλα τα περιστατικά να ενταχθούν στο άρθρο 187 του Ποινικού Κώδικα, περί σύστασης εγκληματικής οργάνωσης, γεγονός που μετατρέπει αυτομάτως τα πλημμελήματα σε κακουργήματα και έτσι αντιμετωπίζονται με πολύ αυστηρότερα κριτήρια.
Είμαστε σοβαροί; Από πού κι ως πού πλημμελήματα οι στοχευόμενοι ομαδικοί ξυλοδαρμοί, οι βιαιοπραγίες και οι απόπειρες δολοφονίας; Ποιος αποφάσισε να τα υποβαθμίσει όλα αυτά σε πλημμελήματα, όταν βοά ο τόπος για το πώς έδρασαν και δρουν οι συμμορίες των μελών της ΧΑ; Προφανώς με πολιτική εντολή άνωθεν. Σε ορισμένες μάλιστα από τις περιπτώσεις αυτές, για τις οποίες έχουν σχηματιστεί δικογραφίες, εμπλέκονται και βουλευτές της Χρυσής Αυγής και η διαδικασία γι' αυτούς θα προχωρήσει όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα.
Μα καλά, χρειαζόταν να το παραγγείλει ο υπουργός; Οι ανακριτές, οι εισαγγελείς, οι δικαστές δεν μπορούν να αντιληφθούν αυτό που αντιλαμβάνεται ακόμη και ο πιο αδαής πολίτης; Ή μήπως για να προχωρήσουν στα αυτονόητα χρειάζονται πολιτική εντολή, ή παρέμβαση υπουργού; Τι υποδηλώνει για την ακεραιότητα και την ανεξαρτησία των ανακριτικών, εισαγγελικών και δικαστικών αρχών η συγκεκριμένη παρέμβαση του υπουργού; Απλά επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά αυτό που ξέρουμε όλοι, το πόσο ελεγχόμενη είναι η δικαιοσύνη από την κυβέρνηση.
Ο κ. Δένδιας τόνισε ότι με τον τρόπο αυτόν, δεν τίθεται εκτός νόμου η Χρυσή Αυγή, γιατί δεν επιτρέπεται από το Σύνταγμα, αλλά πλέον «όλοι θα συρθούν στα δικαστήρια και θα ανακοπεί η δράση του συγκεκριμένου κόμματος». Γιατί δεν έγινε έως τώρα; Ποιος παρείχε ασυλία στους ενόχους; Ποιος διέκοπτε τις ανακρίσεις και συνέτασσε πλημμελείς φακέλους για τις υποθέσεις; Προφανώς ο ίδιος και οι δικοί του στην κυβέρνηση.
Η χρήσιμη εφεδρεία του καθεστώτος
Ήταν και παραμένει χρήσιμη εφεδρεία η ΧΑ. Να δείτε πώς κανείς δεν πρόκειται να την ενοχλήσει. Ιδίως την ηγεσία της. Μόνο κάποια εκτελεστικά όργανα θα την πληρώσουν και η όλη υπόθεση θα κουκουλωθεί. Να δείτε πώς η παρέμβαση Δένδια στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου δεν είναι για να ανοίξουν διάπλατα οι φάκελοι των υποθέσεων, αλλά για να κλείσουν όπως-όπως χωρίς να βγουν στην επιφάνεια οι σχέσεις της ΧΑ με το «βαθύ κράτος» και τον υπόκοσμο που διαχέεται και μέσα στο επίσημο κράτος. Κυρίως στις δυνάμεις καταστολής. Την χρειάζονται ακόμη οι κυβερνώντες όπως χρειάζονται τον στρατό από φουσκωτούς και μπράβους που τους προστατεύουν από τις μαζικές εκδηλώσεις λατρείας του κόσμου.
Αυτό που απασχολεί την κυβέρνηση αυτή την στιγμή είναι να μην ξεφύγει ο έλεγχος της όλης της υπόθεσης και βρεθεί κάποιος έντιμος αστυνομικός, ανακριτής, εισαγγελέας ή δικαστής να ξεσκεπάσει σε βάθος τις υπόγειες διασυνδέσεις της επίσημης πολιτικής με το οργανωμένο έγκλημα, του όποιου έκφραση είναι και η ΧΑ. Τρέμουν μήπως και κάτω από την πίεση του κοινού περί δικαίου αισθήματος βρεθεί κανείς με «υπερβολικό ζήλο» και κάνει ότι ο Σαρτζετάκης στην υπόθεση Λαμπράκη κι έτσι ξεσκεπαστεί το παρακράτος.
Όπως π.χ. έκαναν και κάνουν οι δικαστικές αρχές του Παλέρμο εδώ και χρόνια αποκαλύπτοντας τις σχέσεις της Μαφίας με τα κυβερνώντα πολιτικά κόμματα και φυσικά την φασιστική ακροδεξιά της Ιταλίας. Χάρις σ’ αυτούς τους δικαστές, που ανάμεσά τους μετρούν ήδη θύματα δολοφονιών, πολλοί πρώην ισχυροί άνδρες της πολιτικής και των επιχειρήσεων βρέθηκαν στη φυλακή. Στο προτεκτοράτο που λέγεται Ελλάδα με την ίδια ληστοσυμμορία να κυβερνά εδώ και δεκαετίες δεν επιτρέπονται τέτοιες παρεκτροπές. Ειδικά σήμερα που ολοκληρώνεται ο αφανισμός της χώρας και του λαού. Τέτοια παρατράγουδα βιάζεται να αποτρέψει ο κ. Δένδιας και οι δικοί του.
Τι γεννά τον φασισμό;
Από την άλλη, τι είναι εκείνο που γεννά τον φασισμό; Η φασιστική ιδεολογία και η λατρεία ολοκληρωτικών μεθόδων δράσης; Η δημαγωγία που παρασύρει όσους υποφέρουν από την πολιτική λιτότητας; Όλες αυτές οι θεωρίες έχουν σχεδιαστεί με σκοπό να φορτώσουν την ευθύνη για τον φασισμό όχι στους φορείς και τους θεσμούς της εξουσίας, αλλά σε δήθεν σχέδια κάποιων του περιθωρίου που με τη δημαγωγία τους παρασύρουν μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Πρόκειται για την πιο χυδαία απολογητική του φασιστικού φαινομένου που άνθησε μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο για να μην χρεωθεί ο αστικός πολιτικός κόσμος του μεσοπολέμου και οι κυβερνήσεις του την εσκεμμένη άνοδο του φασισμού στην εξουσία.
Ο φασισμός δεν γεννήθηκε ποτέ, ούτε γεννιέται από τα κάτω, από τους εξαθλιωμένους, ή από την δημαγωγία. Είναι το τελευταίο καταφύγιο μιας βαθιά αντιδημοκρατικής εξουσίας προκειμένου να σταματήσει με την απροκάλυπτη βία και το αίμα την αναπόφευκτη κατάκτησή της από τον ίδιο τον λαό. Ο φασισμός ξεκινά από την στιγμή που πολιτικοί σαν τον Κ. Μητσοτάκη αντιμετωπίζουν την μαζική λαϊκή δυσαρέσκεια που εκδηλώνεται με κοινωνικές αναταραχές και με πρωτοφανείς διαδηλώσεις – όπως συνέβη το καλοκαίρι του 2011 ως εξής:
«Η δημοκρατία κ. Παπαχελά έχει χρέος να προστατέψει τον εαυτό της και οι αρχηγοί οι υπεύθυνοι πολιτικοί, οι ηγέτες όποιοι και νά ‘ναι έχουν χρέος αυτή την ώρα να κρατήσουν τη Βουλή ανοιχτή… Να έχουμε και νεκρούς. Τι θα πει αυτό «να έχουμε νεκρούς»; Εάν οι άλλοι πάνε να καταλάβουν…; Δηλαδή τα παλιά, τα χειμερινά ανάκτορα θα καταλάβουμε; Το Κοινοβούλιο τους φταίει; Μα το Κοινοβούλιο αμφισβητείται κ. Παπαχελά; Μα αν πρόκειται να αμφισβητείται το Κοινοβούλιο έχουμε στάση. Οι βουλευτές πρέπει να πάνε στη Βουλή και ελπίζω πως θα πάνε. Βεβαίως σας ξαναλέω και πάλι άνθρωποι είναι και μερικοί μπορεί να λυγίσουν, αλλά πρέπει να τους ενθαρρύνουμε να τους τονώσουμε. Δεν μπορεί να περάσει η πολιτική αυτή.» (16/6/2011)
Ο κ. Μητσοτάκης, το ζωντανό απολίθωμα της πιο μαύρης πολιτικής περιόδου της Ελλάδας, ζητούσε αίμα γιατί η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών αμφισβητούσε και μάλιστα αυθόρμητα το Κοινοβούλιο. Και μάλιστα κατά τον εν λόγω κύριο, αυτό σημαίνει στάση, «αν πρόκειται να αμφισβητείται το Κοινοβούλιο έχουμε στάση», είπε.
Ο κ. Μητσοτάκης υπηρέτησε όλα τα καθεστώτα που επιβλήθηκαν στην χώρα. Από την ναζιστική κατοχή, τον μετεμφυλιακό μοναρχοφασισμό έως την κυβερνητική απολυταρχία της μεταπολίτευσης και μάλιστα με μια από τις χειρότερες και πιο εγκληματικές κυβερνήσεις που υπήρξαν, την δική του. Κι έτσι μπερδεύτηκε. Νομίζει ότι είναι στρατοδίκης της εποχής του εμφυλίου και δικάζει λαϊκούς αγωνιστές για στάση εναντίον του καθεστώτος της υποτέλειας και της εθελοδουλίας.
Η δημοκρατία σαν πρόσχημα
Το μόνο καθεστώς που δεν γνωρίζει ούτε καν στα λόγια είναι η δημοκρατία. Ακόμη και με την τυπική κοινοβουλευτική της μορφή. Αν την γνώριζε θα ήξερε έστω ότι ακόμη και συνταγματικά – ακόμη και με αυτό το άθλιο αντιδημοκρατικό σύνταγμα του 1975, που σήμερα οι εντολοδόχοι της τρόικας το έχουν μεταβάλει σε κουρελόχαρτο – η αμφισβήτηση του κοινοβουλίου και μάλιστα από τον ίδιο τον λαό, όχι μόνο δεν θεωρείται στάση, αλλά συνιστά έμπρακτη επιβεβαίωση της λαϊκής κυριαρχίας. Κι όποιο κοινοβούλιο δεν ανταποκριθεί με την αυθωρεί και παραχρήμα διάλυσή του σ’ αυτήν την αμφισβήτηση του ίδιου του λαού, τότε η πράξη του αυτή συνιστά σφετερισμό της λαϊκής κυριαρχίας που ισοδυναμεί για τους πολιτικούς που το διαπράττουν με εσχάτη προδοσία και διώκεται με βάση το άρθρο 120, παρ. 3 του Συντάγματος.
Η δημοκρατία που ξέρει να υπερασπίζεται τον εαυτό της από τις μαζικές διαδηλώσεις και κινητοποιήσεις του λαού, επειδή ο κάθε Μητσοτάκης, ο κάθε εξουσιαστής μπορεί να ξεμπερδεύει μαζί τους γιατί όπως έλεγε τότε οι μάζες «δεν έχουν πολιτική πρόταση», είναι μόνο η δημοκρατία που γεννά από τα σπλάχνα της τον φασισμό. Οι μάζες του λαού δεν είναι υποχρεωμένες για να τις ακούσει η εξουσία να διαθέτουν «πολιτική πρόταση». Αρκεί το γεγονός ότι διαφωνούν ριζικά με τις ασκούμενες πολιτικές. Και μόνο αυτό υποχρεώνει την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο να αναθεωρήσει τις πολιτικές του. Διαφορετικά, πρόκειται για σφετερισμό της λαϊκής κυριαρχίας.
Πολύ περισσότερο όταν οι κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια παραδίδουν ή εγκαταλείπουν την εθνική κυριαρχία της χώρας που οφείλουν να προασπίζουν υπέρ αλλότριων δυνάμεων, ενδίδουν σε προκλητικούς εκβιασμούς από το εξωτερικό και καταπατούν κάθε θεμελιώδες δικαίωμα του λαού. Όπως κάνουν κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση οι κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια από τον Μάιο του 2010 μέχρι σήμερα.
Γι’ αυτό και έχουν διαπράξει το έγκλημα της εσχάτης προδοσίας και του σφετερισμού της λαϊκής κυριαρχίας, από το οποίο δεν μπορούν να απαλλαγούν με κανενός είδους στημένη εκλογική αναμέτρηση. Ο πολιτικός που έχει διαπράξει τέτοια αδικήματα δεν απαλλάσσεται επειδή βρίσκονται κάποιοι να τον ψηφίσουν. Δεν υπάρχει καν τέτοια έννοια απαλλαγής, όπως δεν υπήρχε και για τους δοσίλογους της ναζιστικής κατοχής.
Ο δρόμος για τον φασισμό
Ο φασισμός δεν γεννήθηκε γιατί η δημοκρατία δεν ήξερε πώς να υπερασπιστεί τον εαυτό της από τους εχθρούς της. Ούτε γιατί δεν υπήρχε σεβασμός στους θεσμούς. Ο φασισμός ήταν και παραμένει γέννημα θρέμμα της ίδιας της τύποις δημοκρατίας, η οποία προκειμένου να αποκλείσει τον λαό από την άσκηση της εξουσίας ισχυροποιεί τον εκτελεστικό της βραχίονα, ποδοπατά ακόμη και την τυπική ανεξαρτησία της δικαιοσύνης βάζοντας την ηγεσία της να νομολογεί υπέρ της αυθαιρεσίας και της ανομίας των κυβερνώντων, μετατρέπει το κοινοβούλιο σε βιτρίνα ή άλλοθι των χειρότερων καταστρατηγήσεων ακόμη και του λειψού συντάγματος που διαθέτει η χώρα και βιάζει κάθε ατομικό και συλλογικό δικαίωμα του λαού. Αυτή η δημοκρατία, η αστική αυταρχική δημοκρατία με το εικονικό κοινοβούλιο, υπήρξε πάντα το πρόπλασμα των φασιστικών καθεστώτων ακόμη και στον μεσοπόλεμο.
Χωρίς τη συνταγματική τάξη και τους θεσμούς της δημοκρατίας της Βαϊμάρης στη Γερμανία του μεσοπολέμου, ποτέ δεν θα μπορούσε το ναζιστικό κόμμα του Χίτλερ να καταλάβει την εξουσία. Η δημοκρατία της Βαϊμάρης σχεδιάστηκε εξαρχής για να καταπνίξει τα δίκαια αιτήματα της εργαζόμενης κοινωνίας που μετά τον πόλεμο ήρθε πολλές φορές σε επαναστατικό βρασμό. Όταν δεν μπορούσαν άλλο ακόμη κι αυτοί οι νοθευμένοι με αυταρχισμό και αυθαιρεσία κοινοβουλευτικοί θεσμοί της δημοκρατίας της Βαϊμάρης να καταπνίγουν την κοινωνική αναταραχή που απειλούσε συθέμελα το καθεστώς εξουσίας, τότε οι ίδιοι οι εμπνευστές της παρέδωσαν τα ηνία στον Χίτλερ και στο κόμμα του.
Είχε βέβαια προηγηθεί η κατάρρευση της λεγόμενης επαναστατικής αντιπολίτευσης, η οποία είχε διχαστεί σε δυο εξίσου αδιέξοδες και εξίσου καταστροφικές τακτικές. Η μεν επίσημη σοσιαλδημοκρατία ακολουθούσε την γνωστή τακτική της υποταγής στους θεσμούς. Τους ίδιους θεσμούς και τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες που είχαν εξυπαρχής σχεδιαστεί για να επιτρέπουν την αυθαιρεσία και την ασυδοσία της εξουσίας. Δεν ήξερε καν τι σημαίνει κάτι τέτοιο. Γι’ αυτήν δημοκρατία δεν ήταν τίποτε άλλο εκτός από την πιστή συμμόρφωση με τους στημένους κανόνες του κοινοβουλευτισμού της Βαϊμάρης, που δεν επέτρεπαν με κανένα τρόπο την αυθεντική έκφραση του λαϊκού αισθήματος.
Βλέπετε η ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας είχε αιματοκυλίσει το Βερολίνο το 1918 και είχε εισηγηθεί το αντιδημοκρατικό σύνταγμα της Βαϊμάρης προκειμένου η εγχώρια ολιγαρχία που είχε ξεκινήσει την σφαγή του παγκόσμιου πολέμου, αλλά και οι νικητές του πολέμου που ήθελαν να λεηλατήσουν ως τυπικοί αποικιοκράτες την Γερμανία, να γλυτώσουν από τις εξεγερμένες μάζες του Γερμανικού λαού. Έτσι γεννήθηκε η δημοκρατία της Βαϊμάρης με φυσικές κηλίδες αίματος από την άγρια καταστολή των μαζών. Κι αυτή η δημοκρατία ήταν γραφτό της να γεννήσει με τη σειρά της την επικράτηση του ναζισμού.
Σεβασμός στους θεσμούς, σεβασμός στο κοινοβούλιο διακήρυτταν οι κύκλοι της σοσιαλδημοκρατίας μπερδεύοντας την πάλη για την δημοκρατία με την υποταγή στη νομιμότητα ενός κοινοβουλευτισμού που η ίδια η εξουσία δεν σεβόταν. Κι έτσι κάθε φορά που παρακρατικοί και παραστρατιωτικοί μηχανισμοί αιματοκυλούσαν εργατικές απεργίες και λαϊκές κινητοποιήσεις, κάθε φορά που ψηφιζόταν ένα ακόμη αυταρχικό μέτρο, κάθε φορά που μετατρεπόταν το ίδιο το κοινοβούλιο σε φάρσα, κάθε φορά που οι πολιτικές της επίσημης κυβέρνησης οδηγούσαν στην απελπισία πολύ πλατιά λαϊκά στρώματα προκειμένου να μην θιχτούν τα συμφέροντα των νικητών του πολέμου και των εγχώριων ολιγαρχικών, η ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας ζητούσε πάντα σεβασμό στους θεσμούς. Στους ίδιους θεσμούς που κανείς από την άρχουσα πολιτική και οικονομική ελίτ δεν σεβόταν προκειμένου να θωρακίσει τα συμφέροντά του έναντι του λαού.
Από την άλλη υπήρχε το κομμουνιστικό κόμμα, το οποίο αν και ανερχόμενη δύναμη μέσα κυρίως στην πολυάριθμη εργατική τάξη της Γερμανίας, δεν ήθελε καν να ακούσει για δημοκρατία. Η ίδια η διεκδίκηση της δημοκρατίας με όρους ενός μαζικού παλλαϊκού κινήματος με χαρακτήρα ενιαίου μετώπου εναντίον του καθεστώτος που είχαν επιβάλλει οι νικητές του πολέμου στη Γερμανία με την συνθήκη των Βερσαλλιών και την ψευδεπίγραφη δημοκρατία της Βαϊμάρης, ήταν κάτι το αδιανόητο. Παράδερναν ανάμεσα σε σοσιαλιστικά κηρύγματα χωρίς αντίκρισμα για την κατάσταση της Γερμανίας, σε τυχοδιωκτικές ενέργειες πρόκλησης εξεγέρσεων που βαφτίζονταν προλεταριακές επαναστάσεις και δεν ακολούθησαν παρά λίγοι με αποτέλεσμα την μαζική σφαγή του κινήματος, έως διακηρύξεις για την επικείμενη επιβολή των σοβιέτ στη Γερμανία που αφορούσαν μόνο σε μειοψηφίες, των οποίων ο τρομακτικός σεχταρισμός τους τις κρατούσε μακριά από τις πολύ πλατιές μάζες του λαού όπου αλώνιζαν «τα δυο άκρα»: οι σοσιαλδημοκράτες με την θεολογική πίστη στους θεσμούς και οι ναζί.
Η καταγωγή των «δυο άκρων»
Η έννοια των «δυο άκρων» δεν είναι επινόηση του Σαμαρά. Είναι αντιγραφή από την περίοδο της δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Όπως και σήμερα στην Ελλάδα, έτσι και τότε στην Γερμανία οι αστικές δυνάμεις, οι οποίες εναλλάσσονταν στη διακυβέρνηση του καθεστώτος της Βαϊμάρης και ασκούσαν την καταστροφική πολιτική που τους απαιτούσαν οι αγγλογάλλοι συντάκτες της συνθήκης των Βερσαλλιών με αποτέλεσμα την λεηλασία της Γερμανίας, τον τρομακτικό υπερπληθωρισμό του 1923, την ολοκληρωτική καταστροφή των μεσοστρωμάτων και την πρωτοφανή εκτίναξη της ανεργίας, επινόησαν «τα δυο άκρα». Σ’ αυτά κατέτασσαν την απειλή από τα αριστερά και την απειλή από τα δεξιά. Όποιος δεν έκανε δηλώσεις πίστης και αφοσίωσης στους θεσμούς του καθεστώτος, κατατασσόταν στα άκρα.
Κι ενώ ήταν οι ίδιοι που χρηματοδοτούσαν, εξόπλιζαν και ενίσχυαν με κάθε τρόπο τις συμμορίες του Χίτλερ, απαιτούσαν από την ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας να αποκηρύττει κάθε σκέψη και πρακτική που αμφισβητούσε το καθεστώς της Βαϊμάρης από την σκοπιά της αληθινής δημοκρατίας. Αλλιώς την απειλούσαν σε απομόνωση. Άλλο που δεν ήθελε η ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας που δεν είχε καμιά διάθεση να αμφισβητήσει εκ βάθρων το καθεστώς, αλλά χρησιμοποιούσε την απειλή «των άκρων» για να πειθαναγκάζει τον κόσμο της να ακολουθεί την δική της πολιτική.
Οι ομοιότητες με την σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα γίνονται ακόμη πιο συνταρακτικές αν εντρυφήσει κανείς με περισσότερες λεπτομέρειες στην ιστορική περίοδο που γέννησε και επέβαλλε το ναζιστικό καθεστώς. Το ίδιο μονοπάτι ακολουθούμε και σήμερα. Με τους εντολοδόχους της τρόικας και του ευρώ να προετοιμάζουν με κάθε μέτρο και πολιτική που ακολουθούν την ολοκληρωτική φασιστική εκτροπή, την φίμωση του λαού και την ανοιχτή έως αιματηρή του καταστολή.
Και με τις ηγεσίες της επίσημης αριστεράς, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ, να ακολουθούν τις ίδιες καταστροφικές τακτικές των σοσιαλδημοκρατών και των κομμουνιστών αντίστοιχα. Σε μορφή καρικατούρας, αλλά εξίσου επικίνδυνες για τον λαό. Αυτός είναι άλλωστε κι ο λόγος που κανένας τους δεν τολμά να θέσει ζήτημα δημοκρατίας, ο ένας τους γιατί θεωρεί δημοκρατία αυτό το καθεστώς ξεπουλήματος, σφετερισμού και εκτροπών που έχουμε σήμερα και ο άλλος γιατί μιλά μόνο για το «σάπιο σύστημα του καπιταλισμού». Με τέτοια αριστερά, αν τους αφήσουμε, θα μας πάνε όλους πισθάγκωνα δεμένους και με δεσμοφύλακες τους συμμορίτες της ΧΑ.
Από την άλλη, τι είναι εκείνο που γεννά τον φασισμό; Η φασιστική ιδεολογία και η λατρεία ολοκληρωτικών μεθόδων δράσης; Η δημαγωγία που παρασύρει όσους υποφέρουν από την πολιτική λιτότητας; Όλες αυτές οι θεωρίες έχουν σχεδιαστεί με σκοπό να φορτώσουν την ευθύνη για τον φασισμό όχι στους φορείς και τους θεσμούς της εξουσίας, αλλά σε δήθεν σχέδια κάποιων του περιθωρίου που με τη δημαγωγία τους παρασύρουν μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Πρόκειται για την πιο χυδαία απολογητική του φασιστικού φαινομένου που άνθησε μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο για να μην χρεωθεί ο αστικός πολιτικός κόσμος του μεσοπολέμου και οι κυβερνήσεις του την εσκεμμένη άνοδο του φασισμού στην εξουσία.
Ο φασισμός δεν γεννήθηκε ποτέ, ούτε γεννιέται από τα κάτω, από τους εξαθλιωμένους, ή από την δημαγωγία. Είναι το τελευταίο καταφύγιο μιας βαθιά αντιδημοκρατικής εξουσίας προκειμένου να σταματήσει με την απροκάλυπτη βία και το αίμα την αναπόφευκτη κατάκτησή της από τον ίδιο τον λαό. Ο φασισμός ξεκινά από την στιγμή που πολιτικοί σαν τον Κ. Μητσοτάκη αντιμετωπίζουν την μαζική λαϊκή δυσαρέσκεια που εκδηλώνεται με κοινωνικές αναταραχές και με πρωτοφανείς διαδηλώσεις – όπως συνέβη το καλοκαίρι του 2011 ως εξής:
«Η δημοκρατία κ. Παπαχελά έχει χρέος να προστατέψει τον εαυτό της και οι αρχηγοί οι υπεύθυνοι πολιτικοί, οι ηγέτες όποιοι και νά ‘ναι έχουν χρέος αυτή την ώρα να κρατήσουν τη Βουλή ανοιχτή… Να έχουμε και νεκρούς. Τι θα πει αυτό «να έχουμε νεκρούς»; Εάν οι άλλοι πάνε να καταλάβουν…; Δηλαδή τα παλιά, τα χειμερινά ανάκτορα θα καταλάβουμε; Το Κοινοβούλιο τους φταίει; Μα το Κοινοβούλιο αμφισβητείται κ. Παπαχελά; Μα αν πρόκειται να αμφισβητείται το Κοινοβούλιο έχουμε στάση. Οι βουλευτές πρέπει να πάνε στη Βουλή και ελπίζω πως θα πάνε. Βεβαίως σας ξαναλέω και πάλι άνθρωποι είναι και μερικοί μπορεί να λυγίσουν, αλλά πρέπει να τους ενθαρρύνουμε να τους τονώσουμε. Δεν μπορεί να περάσει η πολιτική αυτή.» (16/6/2011)
Ο κ. Μητσοτάκης, το ζωντανό απολίθωμα της πιο μαύρης πολιτικής περιόδου της Ελλάδας, ζητούσε αίμα γιατί η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών αμφισβητούσε και μάλιστα αυθόρμητα το Κοινοβούλιο. Και μάλιστα κατά τον εν λόγω κύριο, αυτό σημαίνει στάση, «αν πρόκειται να αμφισβητείται το Κοινοβούλιο έχουμε στάση», είπε.
Ο κ. Μητσοτάκης υπηρέτησε όλα τα καθεστώτα που επιβλήθηκαν στην χώρα. Από την ναζιστική κατοχή, τον μετεμφυλιακό μοναρχοφασισμό έως την κυβερνητική απολυταρχία της μεταπολίτευσης και μάλιστα με μια από τις χειρότερες και πιο εγκληματικές κυβερνήσεις που υπήρξαν, την δική του. Κι έτσι μπερδεύτηκε. Νομίζει ότι είναι στρατοδίκης της εποχής του εμφυλίου και δικάζει λαϊκούς αγωνιστές για στάση εναντίον του καθεστώτος της υποτέλειας και της εθελοδουλίας.
Η δημοκρατία σαν πρόσχημα
Το μόνο καθεστώς που δεν γνωρίζει ούτε καν στα λόγια είναι η δημοκρατία. Ακόμη και με την τυπική κοινοβουλευτική της μορφή. Αν την γνώριζε θα ήξερε έστω ότι ακόμη και συνταγματικά – ακόμη και με αυτό το άθλιο αντιδημοκρατικό σύνταγμα του 1975, που σήμερα οι εντολοδόχοι της τρόικας το έχουν μεταβάλει σε κουρελόχαρτο – η αμφισβήτηση του κοινοβουλίου και μάλιστα από τον ίδιο τον λαό, όχι μόνο δεν θεωρείται στάση, αλλά συνιστά έμπρακτη επιβεβαίωση της λαϊκής κυριαρχίας. Κι όποιο κοινοβούλιο δεν ανταποκριθεί με την αυθωρεί και παραχρήμα διάλυσή του σ’ αυτήν την αμφισβήτηση του ίδιου του λαού, τότε η πράξη του αυτή συνιστά σφετερισμό της λαϊκής κυριαρχίας που ισοδυναμεί για τους πολιτικούς που το διαπράττουν με εσχάτη προδοσία και διώκεται με βάση το άρθρο 120, παρ. 3 του Συντάγματος.
Η δημοκρατία που ξέρει να υπερασπίζεται τον εαυτό της από τις μαζικές διαδηλώσεις και κινητοποιήσεις του λαού, επειδή ο κάθε Μητσοτάκης, ο κάθε εξουσιαστής μπορεί να ξεμπερδεύει μαζί τους γιατί όπως έλεγε τότε οι μάζες «δεν έχουν πολιτική πρόταση», είναι μόνο η δημοκρατία που γεννά από τα σπλάχνα της τον φασισμό. Οι μάζες του λαού δεν είναι υποχρεωμένες για να τις ακούσει η εξουσία να διαθέτουν «πολιτική πρόταση». Αρκεί το γεγονός ότι διαφωνούν ριζικά με τις ασκούμενες πολιτικές. Και μόνο αυτό υποχρεώνει την κυβέρνηση και το κοινοβούλιο να αναθεωρήσει τις πολιτικές του. Διαφορετικά, πρόκειται για σφετερισμό της λαϊκής κυριαρχίας.
Πολύ περισσότερο όταν οι κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια παραδίδουν ή εγκαταλείπουν την εθνική κυριαρχία της χώρας που οφείλουν να προασπίζουν υπέρ αλλότριων δυνάμεων, ενδίδουν σε προκλητικούς εκβιασμούς από το εξωτερικό και καταπατούν κάθε θεμελιώδες δικαίωμα του λαού. Όπως κάνουν κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση οι κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια από τον Μάιο του 2010 μέχρι σήμερα.
Γι’ αυτό και έχουν διαπράξει το έγκλημα της εσχάτης προδοσίας και του σφετερισμού της λαϊκής κυριαρχίας, από το οποίο δεν μπορούν να απαλλαγούν με κανενός είδους στημένη εκλογική αναμέτρηση. Ο πολιτικός που έχει διαπράξει τέτοια αδικήματα δεν απαλλάσσεται επειδή βρίσκονται κάποιοι να τον ψηφίσουν. Δεν υπάρχει καν τέτοια έννοια απαλλαγής, όπως δεν υπήρχε και για τους δοσίλογους της ναζιστικής κατοχής.
Ο δρόμος για τον φασισμό
Ο φασισμός δεν γεννήθηκε γιατί η δημοκρατία δεν ήξερε πώς να υπερασπιστεί τον εαυτό της από τους εχθρούς της. Ούτε γιατί δεν υπήρχε σεβασμός στους θεσμούς. Ο φασισμός ήταν και παραμένει γέννημα θρέμμα της ίδιας της τύποις δημοκρατίας, η οποία προκειμένου να αποκλείσει τον λαό από την άσκηση της εξουσίας ισχυροποιεί τον εκτελεστικό της βραχίονα, ποδοπατά ακόμη και την τυπική ανεξαρτησία της δικαιοσύνης βάζοντας την ηγεσία της να νομολογεί υπέρ της αυθαιρεσίας και της ανομίας των κυβερνώντων, μετατρέπει το κοινοβούλιο σε βιτρίνα ή άλλοθι των χειρότερων καταστρατηγήσεων ακόμη και του λειψού συντάγματος που διαθέτει η χώρα και βιάζει κάθε ατομικό και συλλογικό δικαίωμα του λαού. Αυτή η δημοκρατία, η αστική αυταρχική δημοκρατία με το εικονικό κοινοβούλιο, υπήρξε πάντα το πρόπλασμα των φασιστικών καθεστώτων ακόμη και στον μεσοπόλεμο.
Χωρίς τη συνταγματική τάξη και τους θεσμούς της δημοκρατίας της Βαϊμάρης στη Γερμανία του μεσοπολέμου, ποτέ δεν θα μπορούσε το ναζιστικό κόμμα του Χίτλερ να καταλάβει την εξουσία. Η δημοκρατία της Βαϊμάρης σχεδιάστηκε εξαρχής για να καταπνίξει τα δίκαια αιτήματα της εργαζόμενης κοινωνίας που μετά τον πόλεμο ήρθε πολλές φορές σε επαναστατικό βρασμό. Όταν δεν μπορούσαν άλλο ακόμη κι αυτοί οι νοθευμένοι με αυταρχισμό και αυθαιρεσία κοινοβουλευτικοί θεσμοί της δημοκρατίας της Βαϊμάρης να καταπνίγουν την κοινωνική αναταραχή που απειλούσε συθέμελα το καθεστώς εξουσίας, τότε οι ίδιοι οι εμπνευστές της παρέδωσαν τα ηνία στον Χίτλερ και στο κόμμα του.
Είχε βέβαια προηγηθεί η κατάρρευση της λεγόμενης επαναστατικής αντιπολίτευσης, η οποία είχε διχαστεί σε δυο εξίσου αδιέξοδες και εξίσου καταστροφικές τακτικές. Η μεν επίσημη σοσιαλδημοκρατία ακολουθούσε την γνωστή τακτική της υποταγής στους θεσμούς. Τους ίδιους θεσμούς και τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες που είχαν εξυπαρχής σχεδιαστεί για να επιτρέπουν την αυθαιρεσία και την ασυδοσία της εξουσίας. Δεν ήξερε καν τι σημαίνει κάτι τέτοιο. Γι’ αυτήν δημοκρατία δεν ήταν τίποτε άλλο εκτός από την πιστή συμμόρφωση με τους στημένους κανόνες του κοινοβουλευτισμού της Βαϊμάρης, που δεν επέτρεπαν με κανένα τρόπο την αυθεντική έκφραση του λαϊκού αισθήματος.
Βλέπετε η ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας είχε αιματοκυλίσει το Βερολίνο το 1918 και είχε εισηγηθεί το αντιδημοκρατικό σύνταγμα της Βαϊμάρης προκειμένου η εγχώρια ολιγαρχία που είχε ξεκινήσει την σφαγή του παγκόσμιου πολέμου, αλλά και οι νικητές του πολέμου που ήθελαν να λεηλατήσουν ως τυπικοί αποικιοκράτες την Γερμανία, να γλυτώσουν από τις εξεγερμένες μάζες του Γερμανικού λαού. Έτσι γεννήθηκε η δημοκρατία της Βαϊμάρης με φυσικές κηλίδες αίματος από την άγρια καταστολή των μαζών. Κι αυτή η δημοκρατία ήταν γραφτό της να γεννήσει με τη σειρά της την επικράτηση του ναζισμού.
Σεβασμός στους θεσμούς, σεβασμός στο κοινοβούλιο διακήρυτταν οι κύκλοι της σοσιαλδημοκρατίας μπερδεύοντας την πάλη για την δημοκρατία με την υποταγή στη νομιμότητα ενός κοινοβουλευτισμού που η ίδια η εξουσία δεν σεβόταν. Κι έτσι κάθε φορά που παρακρατικοί και παραστρατιωτικοί μηχανισμοί αιματοκυλούσαν εργατικές απεργίες και λαϊκές κινητοποιήσεις, κάθε φορά που ψηφιζόταν ένα ακόμη αυταρχικό μέτρο, κάθε φορά που μετατρεπόταν το ίδιο το κοινοβούλιο σε φάρσα, κάθε φορά που οι πολιτικές της επίσημης κυβέρνησης οδηγούσαν στην απελπισία πολύ πλατιά λαϊκά στρώματα προκειμένου να μην θιχτούν τα συμφέροντα των νικητών του πολέμου και των εγχώριων ολιγαρχικών, η ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας ζητούσε πάντα σεβασμό στους θεσμούς. Στους ίδιους θεσμούς που κανείς από την άρχουσα πολιτική και οικονομική ελίτ δεν σεβόταν προκειμένου να θωρακίσει τα συμφέροντά του έναντι του λαού.
Από την άλλη υπήρχε το κομμουνιστικό κόμμα, το οποίο αν και ανερχόμενη δύναμη μέσα κυρίως στην πολυάριθμη εργατική τάξη της Γερμανίας, δεν ήθελε καν να ακούσει για δημοκρατία. Η ίδια η διεκδίκηση της δημοκρατίας με όρους ενός μαζικού παλλαϊκού κινήματος με χαρακτήρα ενιαίου μετώπου εναντίον του καθεστώτος που είχαν επιβάλλει οι νικητές του πολέμου στη Γερμανία με την συνθήκη των Βερσαλλιών και την ψευδεπίγραφη δημοκρατία της Βαϊμάρης, ήταν κάτι το αδιανόητο. Παράδερναν ανάμεσα σε σοσιαλιστικά κηρύγματα χωρίς αντίκρισμα για την κατάσταση της Γερμανίας, σε τυχοδιωκτικές ενέργειες πρόκλησης εξεγέρσεων που βαφτίζονταν προλεταριακές επαναστάσεις και δεν ακολούθησαν παρά λίγοι με αποτέλεσμα την μαζική σφαγή του κινήματος, έως διακηρύξεις για την επικείμενη επιβολή των σοβιέτ στη Γερμανία που αφορούσαν μόνο σε μειοψηφίες, των οποίων ο τρομακτικός σεχταρισμός τους τις κρατούσε μακριά από τις πολύ πλατιές μάζες του λαού όπου αλώνιζαν «τα δυο άκρα»: οι σοσιαλδημοκράτες με την θεολογική πίστη στους θεσμούς και οι ναζί.
Η καταγωγή των «δυο άκρων»
Η έννοια των «δυο άκρων» δεν είναι επινόηση του Σαμαρά. Είναι αντιγραφή από την περίοδο της δημοκρατίας της Βαϊμάρης. Όπως και σήμερα στην Ελλάδα, έτσι και τότε στην Γερμανία οι αστικές δυνάμεις, οι οποίες εναλλάσσονταν στη διακυβέρνηση του καθεστώτος της Βαϊμάρης και ασκούσαν την καταστροφική πολιτική που τους απαιτούσαν οι αγγλογάλλοι συντάκτες της συνθήκης των Βερσαλλιών με αποτέλεσμα την λεηλασία της Γερμανίας, τον τρομακτικό υπερπληθωρισμό του 1923, την ολοκληρωτική καταστροφή των μεσοστρωμάτων και την πρωτοφανή εκτίναξη της ανεργίας, επινόησαν «τα δυο άκρα». Σ’ αυτά κατέτασσαν την απειλή από τα αριστερά και την απειλή από τα δεξιά. Όποιος δεν έκανε δηλώσεις πίστης και αφοσίωσης στους θεσμούς του καθεστώτος, κατατασσόταν στα άκρα.
Κι ενώ ήταν οι ίδιοι που χρηματοδοτούσαν, εξόπλιζαν και ενίσχυαν με κάθε τρόπο τις συμμορίες του Χίτλερ, απαιτούσαν από την ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας να αποκηρύττει κάθε σκέψη και πρακτική που αμφισβητούσε το καθεστώς της Βαϊμάρης από την σκοπιά της αληθινής δημοκρατίας. Αλλιώς την απειλούσαν σε απομόνωση. Άλλο που δεν ήθελε η ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας που δεν είχε καμιά διάθεση να αμφισβητήσει εκ βάθρων το καθεστώς, αλλά χρησιμοποιούσε την απειλή «των άκρων» για να πειθαναγκάζει τον κόσμο της να ακολουθεί την δική της πολιτική.
Οι ομοιότητες με την σημερινή κατάσταση στην Ελλάδα γίνονται ακόμη πιο συνταρακτικές αν εντρυφήσει κανείς με περισσότερες λεπτομέρειες στην ιστορική περίοδο που γέννησε και επέβαλλε το ναζιστικό καθεστώς. Το ίδιο μονοπάτι ακολουθούμε και σήμερα. Με τους εντολοδόχους της τρόικας και του ευρώ να προετοιμάζουν με κάθε μέτρο και πολιτική που ακολουθούν την ολοκληρωτική φασιστική εκτροπή, την φίμωση του λαού και την ανοιχτή έως αιματηρή του καταστολή.
Και με τις ηγεσίες της επίσημης αριστεράς, του ΣΥΡΙΖΑ και του ΚΚΕ, να ακολουθούν τις ίδιες καταστροφικές τακτικές των σοσιαλδημοκρατών και των κομμουνιστών αντίστοιχα. Σε μορφή καρικατούρας, αλλά εξίσου επικίνδυνες για τον λαό. Αυτός είναι άλλωστε κι ο λόγος που κανένας τους δεν τολμά να θέσει ζήτημα δημοκρατίας, ο ένας τους γιατί θεωρεί δημοκρατία αυτό το καθεστώς ξεπουλήματος, σφετερισμού και εκτροπών που έχουμε σήμερα και ο άλλος γιατί μιλά μόνο για το «σάπιο σύστημα του καπιταλισμού». Με τέτοια αριστερά, αν τους αφήσουμε, θα μας πάνε όλους πισθάγκωνα δεμένους και με δεσμοφύλακες τους συμμορίτες της ΧΑ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου